Zurückwerfend στα ελληνικά
Μετάφραση: zurückwerfend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντανακλαστικός, ρίχνοντας, ρίχνουν, ρίψη, ρίχνει, τη ρίψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufnehmer στα ελληνικά - ανιχνευτής, αισθητήρας, μετατροπέα, αισθητήριο, μετατροπέας, μορφοτροπέα, μορφοτροπέας
- beziehungen στα ελληνικά - σχέσεις, σχέσεων, οι σχέσεις, τις σχέσεις, σχέση
- datenbasen στα ελληνικά - βάσεις, βάσεων, βάσεις που, τις βάσεις, βάσης
Τυχαίες λέξεις
Zurückwerfend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντανακλαστικός, ρίχνοντας, ρίχνουν, ρίψη, ρίχνει, τη ρίψη
Μεταφράσεις: αντανακλαστικός, ρίχνοντας, ρίχνουν, ρίψη, ρίχνει, τη ρίψη