Αντανακλαστικός στα γερμανικά
Μετάφραση: αντανακλαστικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abspiegelnd, reflektierend, zurückwerfend, reflexiv, reflexive, reflexiven, reflexiver, reflexives
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντανακλαστικός
αντανακλαστικόσ πόνοσ, αντανακλαστικός πόνος στο αυτί, αντανακλαστικός πόνος στον ώμο, αντανακλαστικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, αντανακλαστικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ανταμείβω στα γερμανικά - zurückbezahlen, zurückzahlen, belohnung, Lohn, Belohnungs, belohnen, belohnt
- ανταμοιβή στα γερμανικά - vorteil, gewinn, belohnung, Lohn, Belohnungs, belohnen, belohnt
- αντανακλώ στα γερμανικά - reflektieren, überlegen, zurückwerfen, widerspiegeln, nachdenken, meditieren, abspiegeln, ...
- ανταπαντώ στα γερμανικά - reagieren, beantwortung, antworten, retorte, antwort, bescheid, Retorte, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντανακλαστικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: abspiegelnd, reflektierend, zurückwerfend, reflexiv, reflexive, reflexiven, reflexiver, reflexives
Μεταφράσεις: abspiegelnd, reflektierend, zurückwerfend, reflexiv, reflexive, reflexiven, reflexiver, reflexives