Betale στα ελληνικά

Μετάφραση: betale, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληρώνω, πληρωμή, πληρώσει, καταβάλει, πληρώσουν, πληρώνουν
Betale στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • besøge στα ελληνικά - επισκέπτομαι, επίσκεψη, επίσκεψης, επίσκεψή, την επίσκεψή, την επίσκεψη
  • besøgende στα ελληνικά - επισκέπτης, επισκέπτες, επισκεπτών, οι επισκέπτες, τους επισκέπτες, φιλοξενούμενους
  • betaling στα ελληνικά - πληρωμή, πληρωμής, πληρωμών, καταβολή, καταβολής
  • betingelse στα ελληνικά - κατάσταση, πάθηση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
Τυχαίες λέξεις
Betale στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληρώνω, πληρωμή, πληρώσει, καταβάλει, πληρώσουν, πληρώνουν