Chok στα ελληνικά

Μετάφραση: chok, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαζάκι, κρούση, τραντάζω, κραδασμός, σοκ, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock
Chok στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • check στα ελληνικά - ανακόπτω, καρέ, αναχαιτίζω, σταματώ, επιταγή, έλεγχος, ελέγξετε, ...
  • chef στα ελληνικά - ηγετικός, αφεντικό, εργοδηγός, κύριος, ανώτερος, αρχηγός, προϊστάμενος, ...
  • chokere στα ελληνικά - προσβάλλω, σοκ, κραδασμός, κρούση, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, ...
  • chokolade στα ελληνικά - σοκολάτα, σοκολάτας, τη σοκολάτα, της σοκολάτας, η σοκολάτα
Τυχαίες λέξεις
Chok στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαζάκι, κρούση, τραντάζω, κραδασμός, σοκ, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock