Generel στα ελληνικά
Μετάφραση: generel, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γενικός, στρατηγός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- general στα ελληνικά - γενικός, στρατηγός, Γενική, Γενικές, Γενικά, Γενικής
- generation στα ελληνικά - γενιά, γενεά, παραγωγή, γενιάς, παραγωγής
- genert στα ελληνικά - δειλός, συνεσταλμένος, ντροπαλός, ντροπαλό, ντροπαλή, ντροπαλοί, ντροπαλός για
- genetik στα ελληνικά - γενετική, γενετικής, τη γενετική, η γενετική, της γενετικής
Τυχαίες λέξεις
Generel στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γενικός, στρατηγός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
Μεταφράσεις: γενικός, στρατηγός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές