Grav στα ελληνικά
Μετάφραση: grav, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καίριος, τύμβος, τάφος, τάφο, τάφου, τον τάφο, τάφο του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gratis στα ελληνικά - τσάμπα, δωρεάν, αυτεξούσιος, φιλοφρονητικός, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ...
- gratulere στα ελληνικά - συγχαίρω, Συγχαρητήρια, συγχαρητήριά, τα συγχαρητήριά, Συγχαρητήρια για, τα συγχαρητήρια
- grave στα ελληνικά - σαρκασμός, νύξη, κέντρισμα, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, ...
- gravid στα ελληνικά - έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
Τυχαίες λέξεις
Grav στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καίριος, τύμβος, τάφος, τάφο, τάφου, τον τάφο, τάφο του
Μεταφράσεις: καίριος, τύμβος, τάφος, τάφο, τάφου, τον τάφο, τάφο του