Hormon στα ελληνικά

Μετάφραση: hormon, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορμόνη, ορμόνης, ορμονών, ορμόνες, αυξητικής
Hormon στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hoppe στα ελληνικά - πηδώ, φοράδα, άλμα, μεταβείτε, πηδούν, πηδήξει, πηδήσει
  • horisont στα ελληνικά - ορίζοντας, ορίζοντα, χρονικού ορίζοντα, χρονικό ορίζοντα
  • horn στα ελληνικά - σάλπιγγα, κόρνα, κέρατο, κέρας, κόρνας, κέρατος
  • horoskop στα ελληνικά - ωροσκόπιο, Ζωόδιο, Ωροσκοπιο, ωροσκοπίου, ανα Ωροσκοπιο
Τυχαίες λέξεις
Hormon στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορμόνη, ορμόνης, ορμονών, ορμόνες, αυξητικής