Hun στα ελληνικά
Μετάφραση: hun, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτή, της, αυτήν, εκείνη, που, ότι, που της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- humor στα ελληνικά - χιούμορ, το χιούμορ, υγρό, υγρού, χυμού
- humør στα ελληνικά - οργή, χιούμορ, έγκλιση, διάθεση, σκληραίνω, μετριάζω, κέφι, ...
- hund στα ελληνικά - σκύλος, σκυλί, σκύλο, σκύλου, το σκυλί
- hundegalskab στα ελληνικά - τρέλα, λύσσα, λύσσας, της λύσσας, τη λύσσα, αντιλυσσικών
Τυχαίες λέξεις
Hun στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτή, της, αυτήν, εκείνη, που, ότι, που της
Μεταφράσεις: αυτή, της, αυτήν, εκείνη, που, ότι, που της