Kvittering στα ελληνικά

Μετάφραση: kvittering, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λήψη, παραλαβή, απόδειξη, παραλαβής, την παραλαβή, τη λήψη
Kvittering στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kviksølv στα ελληνικά - υδράργυρος, υδραργύρου, υδράργυρο, τον υδράργυρο, του υδραργύρου
  • kvinde στα ελληνικά - γυναίκα, θήλυ, θηλυκός, θηλυκό, γυναικεία, θηλυκά
  • kvæg στα ελληνικά - βοοειδή, βοοειδών, τα βοοειδή, ζώων, των βοοειδών
  • kvælstof στα ελληνικά - άζωτο, αζώτου, του αζώτου, σε άζωτο, από άζωτο
Τυχαίες λέξεις
Kvittering στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λήψη, παραλαβή, απόδειξη, παραλαβής, την παραλαβή, τη λήψη