Op στα ελληνικά
Μετάφραση: op, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάνω, άνω, επάνω, μέχρι, έως, up
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- onkel στα ελληνικά - θείος, θείο, ο θείος, θείου, το θείο
- ontologi στα ελληνικά - οντολογία, Οντολογίας, Οντολογιών, Ontology, Οντολογίας του
- opdage στα ελληνικά - εντοπίζω, σπυρί, βούλα, αναγνωρίζω, μέρος, διαβλέπω, ανακαλύπτω, ...
- opdagelse στα ελληνικά - ανακάλυψη, εύρημα, βρίσκω, ανεύρεση, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, ...
Τυχαίες λέξεις
Op στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάνω, άνω, επάνω, μέχρι, έως, up
Μεταφράσεις: πάνω, άνω, επάνω, μέχρι, έως, up