Opgave στα ελληνικά

Μετάφραση: opgave, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δουλειά, καθήκον, αγγαρεία, έργο, εργασία, αποστολή, αποστολής
Opgave στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • opfyldelse στα ελληνικά - ικανοποίηση, αρέσκεια, συμμόρφωση, συμμόρφωσης, τήρηση, τη συμμόρφωση, την τήρηση
  • opførsel στα ελληνικά - διεξάγω, φέρσιμο, συμπεριφορά, διαγωγή, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, ...
  • opgivelse στα ελληνικά - κήρυξη, κατάσταση, δήλωση, εγκατάλειψη, εγκατάλειψης, την εγκατάλειψη, η εγκατάλειψη, ...
  • ophold στα ελληνικά - μένω, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει
Τυχαίες λέξεις
Opgave στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δουλειά, καθήκον, αγγαρεία, έργο, εργασία, αποστολή, αποστολής