Sygdom στα ελληνικά

Μετάφραση: sygdom, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρρώστια, νόσος, ασθένεια, νόσου, νόσο, της νόσου
Sygdom στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sydlig στα ελληνικά - νότιος, νότος, μεσημβρινός, Νότια, Southern, Νότιας, Νότιο
  • syg στα ελληνικά - άρρωστος, κακής, άρρωστοι, άρρωστο, της κακής
  • sygdomslære στα ελληνικά - παθολογία, παθολογίας, την παθολογία, παθολογική, παθολογία του
  • sygeplejerske στα ελληνικά - βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Τυχαίες λέξεις
Sygdom στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρρώστια, νόσος, ασθένεια, νόσου, νόσο, της νόσου