Εγχείρηση στα αγγλικά

Μετάφραση: εγχείρηση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
operation, surgery, an operation
Εγχείρηση στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγχείρηση

εγχείρηση καταρράκτη, εγχείρηση καταρράκτη κόστος, εγχείρηση bypass, εγχείρηση στραβισμού, εγχείρηση αμυγδαλών, εγχείρηση λεξικό γλώσσας αγγλικά, εγχείρηση στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • εγχάραξη στα αγγλικά - inscription, engraving, etching, engraved, etch, incision
  • εγχείρημα στα αγγλικά - undertaking, project, venture, exercise, enterprise, task
  • εγχειρίδιο στα αγγλικά - manual, handbook, user guide, guide, user
  • εγχειρίζω στα αγγλικά - operate, encheirizo
Τυχαίες λέξεις
Εγχείρηση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: operation, surgery, an operation