Επιλεκτικός στα γερμανικά
Μετάφραση: επιλεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
trennscharf, selektiv, selektive, selektiven, selektiver, selektives
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιλεκτικός
επιλεκτικός επίπεδος ηλιακός συλλέκτης, επιλεκτικός συλλέκτης τιτανίου, επιλεκτικός ορισμός, επιλεκτικός συλλέκτης τιμες, επιλεκτικός συνώνυμο, επιλεκτικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, επιλεκτικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- επικός στα γερμανικά - episch, epos, Epos, epischen, epische, episches
- επιλέγω στα γερμανικά - wählen, aussuchen, auswählen, wählen Sie, zu wählen
- επιληπτικός στα γερμανικά - epileptiker, Epileptiker, epileptisch, epileptischen, epileptische, epileptischer
- επιληψία στα γερμανικά - epilepsie, Epilepsie, von Epilepsie, der Epilepsie
Τυχαίες λέξεις
Επιλεκτικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: trennscharf, selektiv, selektive, selektiven, selektiver, selektives
Μεταφράσεις: trennscharf, selektiv, selektive, selektiven, selektiver, selektives