Εσκεμμένα στα ουκρανικά
Μετάφραση: εσκεμμένα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
навмисно, свідомо, повільно-повільно, навмисне
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εσκεμμένα
εσκεμμένα συνώνυμα, εσκεμμένα αντίθετα, εσκεμμένα συνώνυμο, εσκεμμένα ετυμολογια, εσκεμμένα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εσκεμμένα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ερώτηση στα ουκρανικά - запит, запитливо, розшук, запитально, питально, допитливо, питання, ...
- εσείς στα ουκρανικά - йоркшир, ви
- εσκεμμένος στα ουκρανικά - обміркуйте, навмисний, умисний, умисне, навмисне, умисна, зумисне
- εσοχή στα ουκρανικά - кут, глухе, ніша, альков, альтанка, закут, клин, ...
Τυχαίες λέξεις
Εσκεμμένα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: навмисно, свідомо, повільно-повільно, навмисне
Μεταφράσεις: навмисно, свідомо, повільно-повільно, навмисне