Σκόπιμος στα πολωνικά
Μετάφραση: σκόπιμος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozmyślny, wygodny, celowy, stosowny, zabieg, korzystny, celowe, celowego, celowa, celowym
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκόπιμος
σκόπιμος english, σκόπιμος συνώνυμα, σκόπιμος λεξικό γλώσσας πολωνικά, σκόπιμος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σκόντο στα πολωνικά - bonifikata, upust, opust, potrącać, rabat, dyskonto, dyskontować, ...
- σκόπιμα στα πολωνικά - naumyślnie, rozmyślnie, umyślnie, celowo, świadomie, porozumiewawczo, świadomego, ...
- σκόρδο στα πολωνικά - czosnek, czosnku, garlic, czosnkiem, czosnkowym
- σκόρος στα πολωνικά - ćma, mól, moth, ćmy, mole
Τυχαίες λέξεις
Σκόπιμος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rozmyślny, wygodny, celowy, stosowny, zabieg, korzystny, celowe, celowego, celowa, celowym
Μεταφράσεις: rozmyślny, wygodny, celowy, stosowny, zabieg, korzystny, celowe, celowego, celowa, celowym