Άτολμος στα αλβανικά

Μετάφραση: άτολμος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i turpshëm, turpshëm, i ndruajtur, ndruajtur
Άτολμος στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άτολμος

άτολμος λεξικό γλώσσας αλβανικά, άτολμος στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • άτεχνος στα αλβανικά - i hapur nga jashtë, hapur nga jashtë, shtrembëruar, anuar, i gjerë
  • άτιμος στα αλβανικά - i pandershëm, pandershëm
  • άτομο στα αλβανικά - individual, njeri, atomi, person, personi, person i, personi i
  • άτονος στα αλβανικά - fjetur, indiferent, këputur, i këputur, i dobët, i ngathët
Τυχαίες λέξεις
Άτολμος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i turpshëm, turpshëm, i ndruajtur, ndruajtur