Άτολμος στα σουηδικά

Μετάφραση: άτολμος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sheepish, fåraktigt, fåraktig, fåraktiga
Άτολμος στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άτολμος

άτολμος λεξικό γλώσσας σουηδικά, άτολμος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • άτεχνος στα σουηδικά - uppriktig, enkel, splay, sar, utbuktningar
  • άτιμος στα σουηδικά - oärlig, SKURKAKTIG
  • άτομο στα σουηδικά - individuell, personlig, enskild, individ, atom, person, personen, ...
  • άτονος στα σουηδικά - trög, matt, languid, slappa, ovårdade, tynande
Τυχαίες λέξεις
Άτολμος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sheepish, fåraktigt, fåraktig, fåraktiga