Άτολμος στα λιθουανικά

Μετάφραση: άτολμος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
drovus, susigėdęs, nedrąsus, Barankowaty, kvailokas, apykvailis
Άτολμος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άτολμος

άτολμος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, άτολμος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • άτεχνος στα λιθουανικά - iškrypęs, iškleipti, nusklembtas, išsiskėsti, praplatėti
  • άτιμος στα λιθουανικά - suktas, apgavikiškas, niekšiškas, Bēdīgs, Podły
  • άτομο στα λιθουανικά - žmogus, atomas, asmuo, dalelytė, asmeniui, asmens
  • άτονος στα λιθουανικά - ištižęs, nuobodus, Gurdens, neveiklus, Gnuśny
Τυχαίες λέξεις
Άτολμος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: drovus, susigėdęs, nedrąsus, Barankowaty, kvailokas, apykvailis