Οδυρμός στα αλβανικά
Μετάφραση: οδυρμός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vajtoj, vajtim, një vajtim, vaje një, vaje, një vaje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδυρμός
οδυρμός λεξικό γλώσσας αλβανικά, οδυρμός στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- οδυνηρά στα αλβανικά - me dhimbje, dhimbje, dhimbje të, me dhimbje të, dhimbshëm
- οδυνηρός στα αλβανικά - i dhimbshëm, dhimbshme, e dhimbshme, të dhimbshme, dhimbshëm
- οδός στα αλβανικά - rrugë, rruge, rruga, rruga e, rrugës
- οδόφραγμα στα αλβανικά - barrikadë, barrikadës, Barrikada, barricade, barrikade
Τυχαίες λέξεις
Οδυρμός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: vajtoj, vajtim, një vajtim, vaje një, vaje, një vaje
Μεταφράσεις: vajtoj, vajtim, një vajtim, vaje një, vaje, një vaje