Υποφέρω στα αλβανικά
Μετάφραση: υποφέρω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
heq, ari, vuaj, vuajnë, të vuajnë, vuajë, të vuajë
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποφέρω
υποφέρω δέσποινα βανδή, υποφέρω δέσποινα βανδή lyrics, υποφέρω ουσιαστικό, υποφέρω βανδή, υποφέρω εξαιτίας σου, υποφέρω λεξικό γλώσσας αλβανικά, υποφέρω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- υπουργικός στα αλβανικά - ministror, ministrore, ministror i, ndërministror, ministrive
- υπουργός στα αλβανικά - ministër, ministri, ministri i, ministër i, ministrit
- υποφερτός στα αλβανικά - sufferable
- υποχρέωση στα αλβανικά - detyrë, detyrim, obligim, detyrimi, obligimi, detyrim i
Τυχαίες λέξεις
Υποφέρω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: heq, ari, vuaj, vuajnë, të vuajnë, vuajë, të vuajë
Μεταφράσεις: heq, ari, vuaj, vuajnë, të vuajnë, vuajë, të vuajë