Υποφέρω στα ισλανδικά
Μετάφραση: υποφέρω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
björn, fæða, þjást, ert, þjáist, líða, ert með
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποφέρω
υποφέρω δέσποινα βανδή, υποφέρω δέσποινα βανδή lyrics, υποφέρω ουσιαστικό, υποφέρω βανδή, υποφέρω εξαιτίας σου, υποφέρω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υποφέρω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υπουργικός στα ισλανδικά - ráðuneyta, ráðherra, að ráðherranefnd, ráðherrafundur, ráðherranna
- υπουργός στα ισλανδικά - prestur, ráðherra, ráðherrann, ráðherra er, herra, þjónn
- υποφερτός στα ισλανδικά - sufferable
- υποχρέωση στα ισλανδικά - skylda, kvöð, skyldu, skuldbinding, skyldan
Τυχαίες λέξεις
Υποφέρω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: björn, fæða, þjást, ert, þjáist, líða, ert með
Μεταφράσεις: björn, fæða, þjást, ert, þjáist, líða, ert með