Αμίαντος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αμίαντος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
азбест, на азбест, азбеста, азбест по
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμίαντος
αμίαντος στο σπίτι, αμίαντος ετυμολογία, αμίαντος νομοθεσία, αμίαντος κύπρος, αμίαντος σεκ, αμίαντος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αμίαντος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αμέριμνος στα βουλγαρικά - безгрижен, леко сърце, с леко сърце, весел, безгрижно
- αμέσως στα βουλγαρικά - веднага, незабавно, непосредствено, незабавно да
- αμαθής στα βουλγαρικά - неук, неучените, необразован, неуки, неучени
- αμαξάκι στα βουλγαρικά - бебешка количка, двуколка, бъги, бъгав, количка
Τυχαίες λέξεις
Αμίαντος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: азбест, на азбест, азбеста, азбест по
Μεταφράσεις: азбест, на азбест, азбеста, азбест по