Ανέκδοτο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανέκδοτο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разказ, анекдот, виц, случка, история
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανέκδοτο
ανέκδοτο ημέρας, ανέκδοτο με τον κυνηγό και την ομπρέλα, ανέκδοτο κοτόπουλο με ουίσκι, ανέκδοτο τοτός, ανέκδοτο - η ξανθιά και το γυφτάκι ... πολύ γέλιο, ανέκδοτο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανέκδοτο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανάχωμα στα βουλγαρικά - банка, могила, купчина, насип, могилата
- ανέγερση στα βουλγαρικά - ерекция, ерекцията, изграждане, монтаж
- ανέκφραστος στα βουλγαρικά - безизразния, безизразно, безизразен вид, каменно лице, с каменно лице
- ανέμελος στα βουλγαρικά - безгрижен, безгрижно, безгрижна, безгрижни, безгрижния
Τυχαίες λέξεις
Ανέκδοτο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: разказ, анекдот, виц, случка, история
Μεταφράσεις: разказ, анекдот, виц, случка, история