Ανέκδοτο στα δανικά

Μετάφραση: ανέκδοτο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anekdote, anekdoten, anekdoter
Ανέκδοτο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανέκδοτο

ανέκδοτο ημέρας, ανέκδοτο με τον κυνηγό και την ομπρέλα, ανέκδοτο κοτόπουλο με ουίσκι, ανέκδοτο τοτός, ανέκδοτο - η ξανθιά και το γυφτάκι ... πολύ γέλιο, ανέκδοτο λεξικό γλώσσας δανικά, ανέκδοτο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανάχωμα στα δανικά - bred, bank, dæmning, dynge, dige, højen, mound, ...
  • ανέγερση στα δανικά - struktur, konstruktion, erektion, Opførelse, opstilling, opførelsen, rejsning
  • ανέκφραστος στα δανικά - deadpan, udtryksløs, gravalvorlig, fladpandede
  • ανέμελος στα δανικά - ubekymrede, ubekymret, sorgløs, sorgløse, problemfri
Τυχαίες λέξεις
Ανέκδοτο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anekdote, anekdoten, anekdoter