Αναδεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αναδεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
агитирам, възбуждам, обмислям, обсъждам, вълнувам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναδεύω
αναδεύω τις μνήμες, αναδεύω συνώνυμα, αναδεύω λεξικο, αναδεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αναδεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αναδασώνω στα βουλγαρικά - лесонасаждение, залесяване, ежегодното засаждане на дървета
- αναδευτήρας στα βουλγαρικά - общителен човек, бъркачка, смесител, блендер, пасатор
- αναδημιουργώ στα βουλγαρικά - пресъздаде, пресъздават, пресъздадат, се пресъздаде, пресъздаване
- αναδρομή στα βουλγαρικά - рекурсия, рекурсията, рекурсивно, рекурсия в
Τυχαίες λέξεις
Αναδεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: агитирам, възбуждам, обмислям, обсъждам, вълнувам
Μεταφράσεις: агитирам, възбуждам, обмислям, обсъждам, вълнувам