Αναδεύω στα ισλανδικά
Μετάφραση: αναδεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rumska, hræra, Hristið, hrista, agitate, róti, koma róti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναδεύω
αναδεύω τις μνήμες, αναδεύω συνώνυμα, αναδεύω λεξικο, αναδεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναδεύω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αναδασώνω στα ισλανδικά - endurræktun skógar
- αναδευτήρας στα ισλανδικά - blender, Blandari, blandara, blandarinn
- αναδημιουργώ στα ισλανδικά - endurskapa, endurskapað, að endurskapa, búir, endurvekja
- αναδρομή στα ισλανδικά - endurkvæmni
Τυχαίες λέξεις
Αναδεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: rumska, hræra, Hristið, hrista, agitate, róti, koma róti
Μεταφράσεις: rumska, hræra, Hristið, hrista, agitate, róti, koma róti