Ανώμαλος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανώμαλος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нерегулярния, пъпчив, петна, петнист, с пъпки, пъпки
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανώμαλος
ανώμαλος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανώμαλος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανώμαλα στα βουλγαρικά - необичайно, ненормално, неестествено, с необичайно, анормално
- ανώμαλο στα βουλγαρικά - нерегулярния, груб, грубо, Rough, При грубо, Груба
- ανώνυμος στα βουλγαρικά - анонимен, анонимни, анонимно, анонимна, анонимната
- ανώριμος στα βουλγαρικά - юдей, незрял, незрели, незряла, незряло, незрелите
Τυχαίες λέξεις
Ανώμαλος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: нерегулярния, пъпчив, петна, петнист, с пъпки, пъпки
Μεταφράσεις: нерегулярния, пъпчив, петна, петнист, с пъпки, пъпки