Ανώμαλος στα τούρκικα

Μετάφραση: ανώμαλος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anormal, düzensiz, sivilceli, lekeli, benekli
Ανώμαλος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανώμαλος

ανώμαλος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ανώμαλος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ανώμαλα στα τούρκικα - anormal, anormal derecede, anormal olarak, anormal bir, anormal şekilde
  • ανώμαλο στα τούρκικα - düzensiz, kaba, pürüzlü, sert, zor, engebeli
  • ανώνυμος στα τούρκικα - adsız, anonim, isimsiz, anonim bir, anonymous, gizli
  • ανώριμος στα τούρκικα - genç, gençlik, olgunlaşmamış, immatür, olgun olmayan, gelişmemiş, immature
Τυχαίες λέξεις
Ανώμαλος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: anormal, düzensiz, sivilceli, lekeli, benekli