Αποποίηση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αποποίηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отречения, опровержение, отказ от отговорност, Отказ от права, за отказ от отговорност, Отказване от права
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποποίηση
αποποίηση ανηλίκου, αποποίηση κληρονομιάς, αποποίηση διορισμού δικαστικού αντιπροσώπου, αποποίηση ευθυνών, αποποίηση ευθύνης, αποποίηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αποποίηση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αποπνικτικός στα βουλγαρικά - страстен, зноен, знойна, сензационен, знойната
- αποπνιχτικός στα βουλγαρικά - задушлив, задушаване, задушаваща, задушно, задушавайки
- αποποιούμαι στα βουλγαρικά - отпор, удря на камък, неочакван отказ, неочаквана пречка, отказвам
- αποπομπή στα βουλγαρικά - изгонване, изключване, експулсиране, експулсирането, за експулсиране
Τυχαίες λέξεις
Αποποίηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: отречения, опровержение, отказ от отговорност, Отказ от права, за отказ от отговорност, Отказване от права
Μεταφράσεις: отречения, опровержение, отказ от отговорност, Отказ от права, за отказ от отговорност, Отказване от права