Αργοκίνητος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αργοκίνητος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
муден, бавен, мудно, слаб, в застой
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αργοκίνητος
αργοκίνητος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αργοκίνητος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αργιλώδης στα βουλγαρικά - глина, глинена, глината, глинен
- αργκό στα βουλγαρικά - жаргон, сленг, жаргонен, жаргона, жаргона на
- αργοπίνω στα βουλγαρικά - argopino
- αργός στα βουλγαρικά - бавен, бавно, бавна, бавното, бавни
Τυχαίες λέξεις
Αργοκίνητος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: муден, бавен, мудно, слаб, в застой
Μεταφράσεις: муден, бавен, мудно, слаб, в застой