Αργοκίνητος στα ολλανδικά

Μετάφραση: αργοκίνητος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
traag, trage, zwakke, een trage, achterblijvende
Αργοκίνητος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αργοκίνητος

αργοκίνητος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αργοκίνητος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αργιλώδης στα ολλανδικά - klei, leem, van klei, clay, aarden
  • αργκό στα ολλανδικά - bargoens, jargon, slang, straattaal, jargonwoorden
  • αργοπίνω στα ολλανδικά - opslorpen, resorberen, slurpen, argopino
  • αργός στα ολλανδικά - vergevorderd, onlangs, laat, langzaam, traag, vertragen, langzame, ...
Τυχαίες λέξεις
Αργοκίνητος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: traag, trage, zwakke, een trage, achterblijvende