Γαρίφαλο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γαρίφαλο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
карамфил, скилидки, пъпки
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γαρίφαλο
γαρίφαλο ή γαρύφαλλο, γαρίφαλο ονειροκριτης, γαρίφαλο στα αγγλικά, κινεζικό γαρίφαλο, γαρύφαλλο μπαχαρικό, γαρίφαλο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γαρίφαλο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γαμψός στα βουλγαρικά - изкривен, нечестен, уродлив, извратен, извит
- γαρίδα στα βουλγαρικά - скарида, скариди, скаридите, на скариди
- γαργαλίζω στα βουλγαρικά - гъделичкане, гъдел, гъди, гъделичкам, се гъдел
- γαρνίρισμα στα βουλγαρικά - оборка, подстригване, гарнитура, подрязване, изрязване, обрязване
Τυχαίες λέξεις
Γαρίφαλο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: карамфил, скилидки, пъпки
Μεταφράσεις: карамфил, скилидки, пъпки