Γαρίφαλο στα ουκρανικά
Μετάφραση: γαρίφαλο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гвоздика
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γαρίφαλο
γαρίφαλο ή γαρύφαλλο, γαρίφαλο ονειροκριτης, γαρίφαλο στα αγγλικά, κινεζικό γαρίφαλο, γαρύφαλλο μπαχαρικό, γαρίφαλο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γαρίφαλο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γαμψός στα ουκρανικά - кривої, зачеплений, кривою, кривий, гачкуватий, Кривий, кривій, ...
- γαρίδα στα ουκρανικά - лепетання, креветка, креветки
- γαργαλίζω στα ουκρανικά - полоскотати, лоскотати, залоскотати, щекотать
- γαρνίρισμα στα ουκρανικά - зборки, задаватися, жабо, рюш, величатися, обрізки, обрізання, ...
Τυχαίες λέξεις
Γαρίφαλο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: гвоздика
Μεταφράσεις: гвоздика