Γαστρικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γαστρικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стомашен, стомаха, стомашна, на стомаха, стомашната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γαστρικός
γαστρικός δακτύλιος, γαστρικόσ ίλιγγοσ, γαστρικός δακτύλιος διατροφή, γαστρικός δακτύλιος επιπλοκές, γαστρικός καρκίνος, γαστρικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γαστρικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γαργαλίζω στα βουλγαρικά - гъделичкане, гъдел, гъди, гъделичкам, се гъдел
- γαρνίρισμα στα βουλγαρικά - оборка, подстригване, гарнитура, подрязване, изрязване, обрязване
- γατάκι στα βουλγαρικά - коте, котенце, котенцето, котето
- γαϊδουράγκαθο στα βουλγαρικά - магарешки бодил, трън, бодил, бял трън, магарешки трън
Τυχαίες λέξεις
Γαστρικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: стомашен, стомаха, стомашна, на стомаха, стомашната
Μεταφράσεις: стомашен, стомаха, стомашна, на стомаха, стомашната