Γεράκι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γεράκι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ястреб, мастар, изкашлям се, връхлитам, изкашляне
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεράκι
γεράκι στο χώμα, γεράκι ηλείασ, γεράκι πετρίτης, γεράκι λακωνίας, γεράκι ηρακλείου, γεράκι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γεράκι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γεννώ στα βουλγαρικά - мечка', мечка, теля се, откъсвам се, Calve, срутвам се
- γενοκτονία στα βουλγαρικά - геноцид, геноцида, на геноцид, в геноцид
- γεράνι στα βουλγαρικά - здравец, мушкато, гераниум, индрише, от здравец
- γερακάρης στα βουλγαρικά - Gerakaris
Τυχαίες λέξεις
Γεράκι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ястреб, мастар, изкашлям се, връхлитам, изкашляне
Μεταφράσεις: ястреб, мастар, изкашлям се, връхлитам, изкашляне