Εναγής στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εναγής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ищец, ищеца, ищецът, ищцата
Εναγής στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εναγής

εναγής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εναγής στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ενήλικος στα βουλγαρικά - възрастен, възрастни, за възрастни, Adult, на възрастни
  • ενίσχυση στα βουλγαρικά - усиления, усилване, амплификация, допълнително усилване, амплификация на, увеличаване
  • εναγόμενος στα βουλγαρικά - ответник, ответника, обвиняем, подсъдим
  • εναιώρημα στα βουλγαρικά - окачване, суспензия, суспендиране, прекратяване, преустановяване
Τυχαίες λέξεις
Εναγής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ищец, ищеца, ищецът, ищцата