Επαφή στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επαφή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
контакт, Свържи се, Свържи се с, връзка, за контакт
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαφή
επαφή τέταρτου τύπου, επαφή με τους νεκρούς alpha, επαφή την ημέρα της ωορρηξίας, επαφή σειρά, επαφή συνώνυμα, επαφή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επαφή στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επαρκώς στα βουλγαρικά - достатъчно, достатъчна степен, в достатъчна степен, достатъчна, в достатъчна
- επαρχία στα βουλγαρικά - провинция, област, Окръг, провинцията
- επαχθής στα βουλγαρικά - обременителен, обременяващо, обременително, обременителни, обременяващи
- επαύξηση στα βουλγαρικά - увеличение, прираст, нарастване, увеличаване, инкремент
Τυχαίες λέξεις
Επαφή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: контакт, Свържи се, Свържи се с, връзка, за контакт
Μεταφράσεις: контакт, Свържи се, Свържи се с, връзка, за контакт