Επαφή στα ουγγρικά
Μετάφραση: επαφή, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
villanykapcsoló, érintkezés, kapcsolat, Kapcsolatot teremteni, Kapcsolatot teremteni a, érintkező
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαφή
επαφή τέταρτου τύπου, επαφή με τους νεκρούς alpha, επαφή την ημέρα της ωορρηξίας, επαφή σειρά, επαφή συνώνυμα, επαφή λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επαφή στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επαρκώς στα ουγγρικά - kellően, kellőképpen, elég, kielégítően, elegendően
- επαρχία στα ουγγρικά - tartomány, Province, tartományban, megye, megyében
- επαχθής στα ουγγρικά - megterhelő, terhet jelentő, terhesebb, nagy terhet
- επαύξηση στα ουγγρικά - növekedés, növekmény, inkremens, inkremensben, növekményt
Τυχαίες λέξεις
Επαφή στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: villanykapcsoló, érintkezés, kapcsolat, Kapcsolatot teremteni, Kapcsolatot teremteni a, érintkező
Μεταφράσεις: villanykapcsoló, érintkezés, kapcsolat, Kapcsolatot teremteni, Kapcsolatot teremteni a, érintkező