Επιθεωρώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επιθεωρώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
инспектира, инспектират, проверява, запознаят, се запознаят
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιθεωρώ
αναθεωρώ συνώνυμα, επιθεωρώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιθεωρώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επιθετικότητα στα βουλγαρικά - нападение, агресивност, агресивността, агресия, агресивност на, агресивността на
- επιθεωρητής στα βουλγαρικά - инспектор, инспектор на, инспекторът, инспектора
- επιθεώρηση στα βουλγαρικά - инспекция, проверка, инспекцията, инспекционен, инспекции
- επιθυμία στα βουλγαρικά - желание, желанието, желанието на, желания
Τυχαίες λέξεις
Επιθεωρώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: инспектира, инспектират, проверява, запознаят, се запознаят
Μεταφράσεις: инспектира, инспектират, проверява, запознаят, се запознаят