Επτά στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επτά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
седем, и седем, седемте, седма, от седем
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επτά
επτά μυστήρια της εκκλησίας, επτά ημέρες, επτά ημέρες καθημερινή, επτά μέρες με τη μέριλιν, επτά σοφοί, επτά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επτά στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εποχή στα βουλγαρικά - възраст, сезон, сезона, период, на сезона
- εποχικός στα βουλγαρικά - сезонност, сезонността, сезонния, сезонния характер, на сезонността
- επωάζω στα βουλγαρικά - люк, челяд, люпило, потомство, люпила, пило
- επωδός στα βουλγαρικά - припев, въздържам, въздържат, се въздържат, въздържа, се въздържа
Τυχαίες λέξεις
Επτά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: седем, и седем, седемте, седма, от седем
Μεταφράσεις: седем, и седем, седемте, седма, от седем