Λέξη: κυβέρνηση
Σχετικές λέξεις: κυβέρνηση
κυβέρνηση ζολώτα, κυβέρνηση του βουνού, κυβέρνηση της ελλάδας, κυβέρνηση μητσοτάκη, κυβέρνηση παπαδήμου, κυβέρνηση πικραμένου, κυβέρνηση κουίσλινγκ, κυβέρνηση εθνικής ενότητας, κυβέρνηση τζαννετάκη, κυβέρνηση σαμαρά 2012, νέα κυβέρνηση
Μεταφράσεις: κυβέρνηση
κυβέρνηση στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
administration, government, government of, government has, government is, the government
κυβέρνηση στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gobierno, administración, régimen, gobierno de, del gobierno, el gobierno, gubernamental
κυβέρνηση στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verwaltungsdienst, regierung, landesregierung, amtsführung, autoritäten, staat, obrigkeit, regie, regime, behörden, administration, verwaltung, Regierung, Regierungs, Staats, staatlichen
κυβέρνηση στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
empire, intendance, gestion, manutention, service, administration, conduite, gouvernement, direction, pouvoir, régime, gouvernemental, domination, régie, le gouvernement, gouvernementale, gouvernement de, gouvernement a
κυβέρνηση στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
regime, dieta, economato, amministrazione, governo, del governo, governo di, il governo, di governo
κυβέρνηση στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
administração, governe, reger, governo, governar, do governo, o governo, governamental, governo de
κυβέρνηση στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
regering, administratie, stelsel, regime, toediening, gouvernement, staatsvorm, bestuur, administratiekantoor, overheid, beheer, de overheid, de regering, kabinet
κυβέρνηση στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
министерство, администрирование, отправление, применение, правительство, причинение, правление, управление, провинция, администрация, правительства, правительством, правительству, правительственная
κυβέρνηση στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
regjering, administrasjon, forvaltning, regjeringen, myndighetene, myndigheter, staten
κυβέρνηση στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
regering, regi, förvaltning, styrelse, regeringen, regeringens, regerings, staten
κυβέρνηση στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hallitus, valtioneuvosto, hallintokausi, hallinto, julkishallinto, hallituksen, valtion, hallitusta, hallitusten
κυβέρνηση στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
regime, regering, regeringen, offentlige, regering har, regeringens
κυβέρνηση στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vláda, vedení, řízení, režim, správa, administrace, podávání, vládní, administrativa, vlády, vládu, veřejných
κυβέρνηση στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
gubernia, podanie, władza, kierowanie, podawanie, zarządzanie, ustrój, zarząd, administrowanie, administracja, rekcja, rząd, obsługa, władze, rządu, imieniu rządu, w imieniu rządu
κυβέρνηση στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kormány, adminisztráció, kormányzat, beadás, ügyintézés, kabinet, államapparátus, kormányzás, kormányzati, kormányt, kormánya
κυβέρνηση στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hükümet, yönetim, devlet, hükümeti, hükümetin
κυβέρνηση στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
керування, провінція, урядовий, урядування, чинення, управління, уряд, міністерство, держава, уряду
κυβέρνηση στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
administratë, qeveri, qeveria, qeverisë, qeveria e, qeverinë
κυβέρνηση στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
политология, администрация, управление, правителство, правителството, държавен, на правителството
κυβέρνηση στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўрад, урад
κυβέρνηση στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõltumine, jagamine, administratsioon, rektsioon, valitsus, valitsuse, valitsemissektori, omavalitsuse, valitsust
κυβέρνηση στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vlast, samouprave, vlada, vlasti, država, direkcija, uprava, upravi, administracija, ministarstvo, vlade, vlada je
κυβέρνηση στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
landstjórn, ríkisstjórn, ríkisstjórnin, stjórnvöld, stjórnvalda, opinbera
κυβέρνηση στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ordinatio, procuratio, administratio
κυβέρνηση στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
politologija, santvarka, vyriausybė, valdžia, režimas, vyriausybės, valdžios sektoriaus, vyriausybei
κυβέρνηση στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
režīms, valdība, politoloģija, valdības, valsts, valdībai, valdību
κυβέρνηση στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
владата, влада, владини, власт, владините
κυβέρνηση στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
politologie, guvern, guvernului, guvernul, guvernamentale, guvernare
κυβέρνηση στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vláda, správa, vlada, vlade, vlada je, država, vlado
κυβέρνηση στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ministerstvo, vláda, správa, vlády, vládou
Στατιστικά δημοτικότητας: κυβέρνηση
Τυχαίες λέξεις