Εφηβικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εφηβικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сексапилна, възраст за женене, на възраст за женене, зряла
Εφηβικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφηβικός

εφηβικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εφηβικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εφεύρεση στα βουλγαρικά - изобретение, изобретението, изобретение се, съгласно изобретението
  • εφηβεία στα βουλγαρικά - пубертет, пубертета, на пубертета, полова зрялост
  • εφημέριος στα βουλγαρικά - пастор, викарий, капелан, свещеник, капеланът, капелана, военен свещеник
  • εφημερίδα στα βουλγαρικά - хартия, вестник, непушачи, за непушачи, вестници, вестника
Τυχαίες λέξεις
Εφηβικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сексапилна, възраст за женене, на възраст за женене, зряла