Εφηβικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εφηβικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
núbil, nubile, idade de casar, casadoura, em idade de casar
Εφηβικός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφηβικός

εφηβικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εφηβικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εφεύρεση στα πορτογαλικά - invente, inventar, inovação, invenção, invento, inven�o, presente invenção
  • εφηβεία στα πορτογαλικά - puberdade, a puberdade, da puberdade, puberty
  • εφημέριος στα πορτογαλικά - pároco, cura, vigário, capelão, capelão do, capelão da, o capelão, ...
  • εφημερίδα στα πορτογαλικά - folha, calças, jornal, olhar, notícia, papel, gazeta, ...
Τυχαίες λέξεις
Εφηβικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: núbil, nubile, idade de casar, casadoura, em idade de casar