Εύπιστος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εύπιστος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лековерен, наивен, лековерни, доверчив
Εύπιστος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύπιστος

εύπιστος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εύπιστος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εύκολος στα βουλγαρικά - лесно, лесен, лесна, лесни, лесен ли
  • εύκρατος στα βουλγαρικά - умерен, умерено, умерения, умереноконтинентален
  • εύπορος στα βουλγαρικά - приток, пестелив, пестеливи, икономичен, пестелива
  • εύρημα στα βουλγαρικά - намирам, намерите, намери, намерят, откриете
Τυχαίες λέξεις
Εύπιστος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лековерен, наивен, лековерни, доверчив