Εύπιστος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: εύπιστος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лековерни, наивен, наивните, лековерен
Εύπιστος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύπιστος

εύπιστος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εύπιστος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • εύκολος στα σλαβομακεδονικά - лесен, лесно, лесна, лесни, е лесно
  • εύκρατος στα σλαβομακεδονικά - умерените, одмерен, умерениот, умерена, умерени
  • εύπορος στα σλαβομακεδονικά - пестовен, штедливите, штедливи, економично
  • εύρημα στα σλαβομακεδονικά - најдете, најде, се најде, најдат, најдеме
Τυχαίες λέξεις
Εύπιστος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: лековерни, наивен, наивните, лековерен