Ισχυρογνώμονας στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ισχυρογνώμονας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
упорит, закоравял, коравосърдечен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχυρογνώμονας
ισχυρογνώμονας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ισχυρογνώμονας στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ισχυρίζομαι στα βουλγαρικά - претенция, иск, твърдение, съгласно претенция, претенции
- ισχυρισμός στα βουλγαρικά - претенция, иск, твърдение, съгласно претенция, претенции
- ισχυρογνώμων στα βουλγαρικά - вироглав, твърдоглавия, твърдоглав, твърдоглава, своеволен
- ισχυρός στα βουλγαρικά - мощен, мощна, мощно, мощни, силен
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρογνώμονας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: упорит, закоравял, коравосърдечен
Μεταφράσεις: упорит, закоравял, коравосърдечен