Ισχυρογνώμονας στα δανικά
Μετάφραση: ισχυρογνώμονας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forstokket, forstokkede, hårdnakket, genstridig, forhærdede
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχυρογνώμονας
ισχυρογνώμονας λεξικό γλώσσας δανικά, ισχυρογνώμονας στα δανικά
Μεταφράσεις
- ισχυρίζομαι στα δανικά - påstå, krav, ifølge krav, påstand, kravet, fordring
- ισχυρισμός στα δανικά - påstå, krav, ifølge krav, påstand, kravet, fordring
- ισχυρογνώμων στα δανικά - egensindig, stædig, egensindige, egenrådig, stædige
- ισχυρός στα δανικά - stiv, kraftfuld, magtfulde, kraftfulde, kraftig, stærk
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρογνώμονας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forstokket, forstokkede, hårdnakket, genstridig, forhærdede
Μεταφράσεις: forstokket, forstokkede, hårdnakket, genstridig, forhærdede