Ισχυρογνώμονας στα γερμανικά
Μετάφραση: ισχυρογνώμονας, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hartnäckig, eigensinnig, stur, dickköpfig, starrköpfig, verstockt, verstockten, verstockte, halsstarrig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχυρογνώμονας
ισχυρογνώμονας λεξικό γλώσσας γερμανικά, ισχυρογνώμονας στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ισχυρίζομαι στα γερμανικά - förderrecht, anspruch, anrecht, schuldforderung, forderung, recht, claim, ...
- ισχυρισμός στα γερμανικά - anspruch, recht, claim, anrecht, forderung, schuldforderung, förderrecht, ...
- ισχυρογνώμων στα γερμανικά - hartnackig, widerspenstig, hartnäckig, dickköpfig, eigensinnig, starrköpfig, stur, ...
- ισχυρός στα γερμανικά - eingerostet, stark, kraftvoll, machtvoll, leichnam, kräftig, muskulös, ...
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρογνώμονας στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: hartnäckig, eigensinnig, stur, dickköpfig, starrköpfig, verstockt, verstockten, verstockte, halsstarrig
Μεταφράσεις: hartnäckig, eigensinnig, stur, dickköpfig, starrköpfig, verstockt, verstockten, verstockte, halsstarrig