Καπάτσος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καπάτσος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изобретателен, находчив, находчиви, съобразителен, находчива
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπάτσος
καπάτσος λευκωσία, καπάτσος κηφισιά, ο καπάτσοσ, καπάτσος λεμεσός, καπάτσος γιάννης, καπάτσος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καπάτσος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κανόνι στα βουλγαρικά - пушка, оръдие, оръдия, оръдието, пушечно, топ
- καπάκι στα βουλγαρικά - капак, капака, на капака, LID
- καπέλο στα βουλγαρικά - шляпа, шапка, шапката, хеттрик, си хеттрик
- καπαρώνω στα βουλγαρικά - книга, запазвам, библия, означавам, поръчвам, ангажирам
Τυχαίες λέξεις
Καπάτσος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изобретателен, находчив, находчиви, съобразителен, находчива
Μεταφράσεις: изобретателен, находчив, находчиви, съобразителен, находчива